Study

Αντώνυμα

  •   0%
  •  0     0     0

  • Επιτρέπουν
    Απαγορεύουν, εμποδίζουν, παρακωλύουν
  • Εστιάζεται
    Διευρύνεται, αποκεντρώνεται
  • Παράγει
    Καταναλώνει, σπαταλά
  • Κοινότοπη
    Πρωτότυπη, ασυνήθιστη
  • Χρήση
    Αχρηστία
  • Αφηρημένων
    Συγκεκριμένων
  • Συνδέει
    Αποσυνδέει, χωρίζει, αποκόβει
  • Διαφορά
    Ομοιότητα
  • Δυσθεώρητα
    Ευδιάκριτα
  • Καταξιωμένοι
    Άσημοι
  • Κατάργηση
    Εφαρμογή
  • Προσιτό
    Απρόσιτο
  • Αφθονίας
    Έλλειψης, πενίας, ένδειας
  • Παροχής
    Στέρησης
  • Κεντρικό
    Δευτερεύον
  • Αντιθετο
    Σύμφωνο, ευθυγραμμισμένο
  • Ελλιπώς
    Πλήρως, επαρκώς, ανελλιπώς
  • Προφανές
    Ασαφές, συγκεχυμένο
  • Ανυπόφορες
    Υποφερτές
  • Προσποίηση
    Ειλικρίνεια, φυσικότητα, απλότητα
  • Αμφισβήτηση
    Παραδοχή
  • Εγωιστικά
    Αλτρουιστικά, ανιδιοτελή
  • Ραγδαιων
    Βραδέων
  • Ενοποίηση
    Διάσπαση